multicolored
mul
ˌmʌl
μαλ
ti
ti
τι
co
ˈkʌ
κα
lored
lərd
λαρντ
British pronunciation
/mˌʌltɪkˈʌləd/
multicoloured
multi-colored
multi-coloured

Ορισμός και σημασία του "multicolored"στα αγγλικά

multicolored
01

πολύχρωμος, πολυχρωματικός

having or exhibiting many different colors
multicolored definition and meaning
example
Παραδείγματα
The artist used multicolored paints to create a vibrant and lively mural.
Ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε πολύχρωμες μπογιές για να δημιουργήσει μια ζωηρή και ζωντανή τοιχογραφία.
She wore a beautiful, multicolored scarf that brightened up her entire outfit.
Φορούσε ένα όμορφο, πολύχρωμο κασκόλ που φώτισε όλη της τη στολή.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store