misogynist
mi
ˈmɪ
μι
so
ζα
gy
ʤɪ
τζι
nist
nɪst
νιστ
British pronunciation
/mɪsˈɒd‍ʒɪnˌɪst/

Ορισμός και σημασία του "misogynist"στα αγγλικά

01

μισογύνης, αρσενικιστής

someone who despises women or assumes men are much better
example
Παραδείγματα
The conference on women 's rights was disrupted by a group of misogynists.
Η διάσκεψη για τα δικαιώματα των γυναικών διακόπηκε από μια ομάδα μισογυνιστών.
His behavior at the office revealed his true colors as a misogynist.
Η συμπεριφορά του στο γραφείο αποκάλυψε τα αληθινά του χρώματα ως μισογύνη.

Λεξικό Δέντρο

misogynistic
misogynist
misogyn
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store