Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to mismanage
01
κακή διαχείριση, ανεπαρκής διαχείριση
to inadequately direct something due to negligence or poor decision-making
Παραδείγματα
The previous CEO mismanaged the company's finances and drove it into bankruptcy.
Ο προηγούμενος CEO κακοδιαχειρίστηκε τις οικονομικές υποθέσεις της εταιρείας και την οδήγησε σε πτώχευση.
Officials are mismanaging recovery funds allocated for disaster relief.
Οι υπάλληλοι κακοδιαχειρίζονται τα κονδύλια ανάκαμψης που διατέθηκαν για την καταπολέμηση των καταστροφών.
Λεξικό Δέντρο
mismanage
manage



























