Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Astronomer
01
αστρονόμος
a scientist who studies or observes planets, stars, and other happenings in the universe
Παραδείγματα
The astronomer discovered a new exoplanet using advanced telescope technology.
Ο αστρονόμος ανακάλυψε έναν νέο εξωπλανήτη χρησιμοποιώντας προηγμένη τεχνολογία τηλεσκοπίων.
Astronomers observe distant galaxies to study their formation and evolution over billions of years.
Οι αστρονόμοι παρατηρούν μακρινούς γαλαξίες για να μελετήσουν τη δημιουργία και την εξέλιξή τους σε δισεκατομμύρια χρόνια.



























