mental health
men
ˈmɛn
μεν
tal health
təl hɛlθ
ταλ χελθ
British pronunciation
/mˈɛntəl hˈɛlθ/

Ορισμός και σημασία του "mental health"στα αγγλικά

01

ψυχική υγεία, ψυχική ευεξία

the well-being of a person's mind
Wiki
example
Παραδείγματα
They discussed strategies for improving mental health, such as mindfulness and regular exercise.
Συζήτησαν στρατηγικές για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας, όπως η ενσυνειδητότητα και η τακτική άσκηση.
He attended a workshop on mental health to learn about coping mechanisms and self-care.
Παρευρέθηκε σε ένα εργαστήριο για την ψυχική υγεία για να μάθει για τους μηχανισμούς αντιμετώπισης και την αυτοφροντίδα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store