Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
melodic
01
μελωδικός, αρμονικός
having a pleasing, musical sound
Παραδείγματα
The singer 's melodic voice captivated the entire audience.
Η μελωδική φωνή του τραγουδιστή γοήτευσε όλο το κοινό.
The birds outside created a melodic backdrop to the morning.
Τα πουλιά έξω δημιούργησαν ένα μελωδικό φόντο για το πρωί.
02
μελωδικός, αρμονικός
having a tuneful, harmonious quality or arrangement of sounds
Παραδείγματα
She composed a melodic tune that captivated listeners with its soothing rhythm.
Συνέθεσε ένα μελωδικό τραγούδι που γοήτευσε τους ακροατές με τον ηρεμιστικό του ρυθμό.
The band 's latest album features melodic guitar solos that showcase their musical talent.
Το τελευταίο άλμπουμ του συγκροτήματος περιλαμβάνει μελωδικά σόλο κιθάρας που δείχνουν το μουσικό τους ταλέντο.
Λεξικό Δέντρο
unmelodic
melodic
melod



























