Mellowed
volume
British pronunciation/mˈɛlə‍ʊd/
American pronunciation/ˈmɛɫoʊd/

Ορισμός και Σημασία του "mellowed"

01

having a full and pleasing flavor through proper aging

02

softened through age or experience

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store