LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Mates
/mˈeɪts/
/ˈmeɪts/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "mates"
Mates
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a pair of people who live together
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
maternity ward
maternity pad
maternity leave
maternity hospital
maternity dress
matey
math rock
math teacher
mathematical
mathematical function
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App