LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Mannered
/mˈænəd/
/ˈmænɝd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "mannered"
mannered
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
εξεζητημένος
behaving in an artificial way that is too formal, trying to impress others
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App