Manducate
volume
British pronunciation/mˈandʒuːkˌeɪt/
American pronunciation/mˈændʒuːkˌeɪt/

Ορισμός και Σημασία του "manducate"

to manducate
01

chew (food); to bite and grind with the teeth

to manducate definition and meaning
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store