
Αναζήτηση
lumpy
Example
The sauce turned out lumpy after I forgot to whisk it properly.
Η σάλτσα έγινε σβωλτωτή αφού ξέχασα να την ανακατέψω σωστά.
She stirred the mixture until the lumpy batter smoothed out.
Ανακάτεψε το μείγμα μέχρι που η σβωλτωτή ζύμη να ομαλοποιηθεί.
02
ανώμαλος, κυματιστός
(of water) characterized by irregular, small waves caused by wind or disturbances
Example
The yacht struggled to maintain its course in the lumpy water stirred up by the storm.
Το γιοτ αγωνίστηκε να διατηρήσει την πορεία του στα ανώμαλα, κυματιστά νερά που είχε προκαλέσει η καταιγίδα.
Kayaking on the lumpy lake was an adventure as waves jostled the boats.
Η καγιάκ στην ανώμαλη λίμνη ήταν μια περιπέτεια καθώς τα κύματα έσπρωχναν τις βάρκες.

Συναφή Λέξεις