Longshot
volume
British pronunciation/lˈɒŋʃɒt/
American pronunciation/ˈɫɔŋˌʃɑt/

Ορισμός και Σημασία του "longshot"

01

a photograph taken from a distance

word family

longshot

longshot

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store