Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
arteriosclerosis
/ɑːtˈiəɹɪˌɒskləɹˈəʊsɪs/
Arteriosclerosis
01
αρτηριοσκλήρυνση
hardening and thickening of arteries, restricting blood flow and increasing the risk of cardiovascular issues
Παραδείγματα
Smoking and high cholesterol contribute to the development of arteriosclerosis.
Το κάπνισμα και η υψηλή χοληστερόλη συμβάλλουν στην ανάπτυξη της αρτηριοσκλήρυνσης.
Arteriosclerosis can result in narrowed arteries, restricting blood flow to vital organs.
Η αρτηριοσκλήρυνση μπορεί να οδηγήσει σε στενώσεις των αρτηριών, περιορίζοντας τη ροή του αίματος σε ζωτικά όργανα.



























