Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Lacrosse ball
01
μπάλα λακρός, μπάλα του λακρός
a solid rubber ball used in the sport of lacrosse
Παραδείγματα
The lacrosse player practiced his shooting accuracy with the ball.
Ο παίκτης του λάκροσ εξασκήθηκε στην ακρίβεια των σουτ του με την μπάλα του λάκροσ.
She caught the fast-moving lacrosse ball with a quick flick of her wrist.
Έπιασε την γρήγορα κινούμενη μπάλα λακρός με μια γρήγορη κίνηση του καρπού της.



























