Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
john barleycorn
/dʒˈɑːn bˈɑːɹlɪkˌɔːɹn/
/dʒˈɒn bˈɑːlɪkˌɔːn/
John barleycorn
01
αποσταγμένο αλκοολούχο ποτό, οινοπνευματώδες ποτό
an alcoholic beverage that is distilled rather than fermented
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αποσταγμένο αλκοολούχο ποτό, οινοπνευματώδες ποτό