LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Ivied
/ˈaɪvɪd/
/ˈaɪvɪd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "ivied"
ivied
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
overgrown with ivy
word family
ivied
ivied
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
iva xanthifolia
iva
iv
itty-bitty
itsy-bitsy
ivory
ivory black
ivory coast
ivory coast franc
ivory gull
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App