LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Irreclaimable
/ɪɹɪklˈeɪməbəl/
/ɪɹɪklˈeɪməbəl/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "irreclaimable"
irreclaimable
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
insusceptible of reform
word family
claim
claim
Verb
reclaim
Verb
reclaimable
Adjective
irreclaimable
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
irreality
irrationally
irrationality
irrational number
irrational motive
irreconcilable
irrecoverable
irredeemable
irredenta
irredentism
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App