Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Informality
01
ανεπισημότητα
a manner that does not take forms and ceremonies seriously
02
αναστολή, φυσικότητα
freedom from constraint or embarrassment
Λεξικό Δέντρο
informality
formality
formal
form
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ανεπισημότητα
αναστολή, φυσικότητα
Λεξικό Δέντρο