Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Infectious disease
01
μολυσματική ασθένεια, μεταδοτική ασθένεια
an illness that can be transmitted from one person, animal, or object to another, and can spread quickly through a community
Παραδείγματα
Vaccines help prevent many infectious diseases.
Τα εμβόλια βοηθούν στην πρόληψη πολλών μολυσματικών ασθενειών.
Global cooperation is essential in fighting infectious diseases.
Η παγκόσμια συνεργασία είναι απαραίτητη στην καταπολέμηση των μολυσματικών ασθενειών.



























