LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Infant prodigy
/ˈɪnfənt pɹˈɒdɪdʒi/
/ˈɪnfənt pɹˈɑːdɪdʒi/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "infant prodigy"
Infant prodigy
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a prodigy whose talents are recognized at an early age
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
infant mortality rate
infant mortality
infant feeding
infant deathrate
infant
infant school
infant's-breath
infanticide
infantile
infantile amaurotic idiocy
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App