Inestimable
volume
British pronunciation/ɪnˈɛstɪməbə‍l/
American pronunciation/ɪnˈɛstᵻməbəl/

Ορισμός και Σημασία του "inestimable"

inestimable
01

too great to be measured or calculated

inestimable

adj

estimable

adj
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store