Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Arachnophobia
01
αραχνοφοβία
an extreme and irrational fear at the sight of spiders
Παραδείγματα
His arachnophobia made it impossible for him to stay in the same room as a spider.
Η αραχνοφοβία του του έκανε αδύνατο να μείνει στο ίδιο δωμάτιο με μια αράχνη.
She screamed and ran out of the house because of her arachnophobia.
Φώναξε και έτρεξε έξω από το σπίτι λόγω της αραχνοφοβίας της.



























