LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Ill-formed
/ˈɪlfˈɔːmd/
/ˈɪlfˈɔːɹmd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "ill-formed"
ill-formed
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
not grammatical; not conforming to the rules of grammar or accepted usage
grammatical
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
ill-fitting
ill-fed
ill-favoured
ill-favored
ill-fated
ill-gotten
ill-gotten gains never prosper
ill-gotten ill-spent
ill-humored
ill-humoured
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App