Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Idolatry
01
ειδωλολατρία, λατρεία των ειδώλων
the worship of physical objects as divine beings, rather than the worship of a monotheistic God
Παραδείγματα
Within the doctrine of the faith, idolatry is categorized as a grave sin due to its diversion of devotion away from the worship of the one and only God.
Μέσα στο δόγμα της πίστης, η ειδωλολατρία κατηγοριοποιείται ως βαριά αμαρτία λόγω της απόκλισης της αφοσίωσης από τη λατρεία του μοναδικού Θεού.
Idolatry is seen in certain ancient civilizations that venerated statues instead of recognizing a monotheistic God.
Η ειδωλολατρία παρατηρείται σε ορισμένους αρχαίους πολιτισμούς που λάτρευαν αγάλματα αντί να αναγνωρίζουν έναν μονοθεϊστικό Θεό.
Λεξικό Δέντρο
idolatry
idol



























