Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hyperbolic
01
υπερβολικός, μεγαλοποιημένος
involving extreme exaggeration or overstatement, often used for emphasis or dramatic effect
Παραδείγματα
The critic ’s hyperbolic review made the restaurant sound like the best place on earth.
Η υπερβολική κριτική του κριτική έκανε το εστιατόριο να ακούγεται σαν το καλύτερο μέρος στη γη.
The politician ’s hyperbolic promises about economic growth raised skepticism.
Οι υπερβολικές υποσχέσεις του πολιτικού για την οικονομική ανάπτυξη προκάλεσαν σκεπτικισμό.
02
υπερβολικός, σχετικός με μια υπερβολή
of or relating to a hyperbola
Λεξικό Δέντρο
hyperbolic
hyperbole



























