LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Human foot
/hjˈuːmən fˈʊt/
/hjˈuːmən fˈʊt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "human foot"
Human foot
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the part of the leg of a human being below the ankle joint
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
human face
human elbow
human ecology
human dynamo
human death
human gamma globulin
human genome
human genome project
human growth hormone
human head
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App