Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Human
Παραδείγματα
Human beings have the ability to communicate through language.
Οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να επικοινωνούν μέσω της γλώσσας.
She showed empathy and kindness, displaying the best qualities of a human.
Έδειξε εμπάθεια και καλοσύνη, επιδεικνύοντας τις καλύτερες ιδιότητες ενός ανθρώπου.
human
01
ανθρώπινος, ανθρώπινη
related or belonging to people, not machines or animals
Παραδείγματα
The human brain is capable of remarkable feats of creativity and innovation.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ικανός για αξιοσημείωτα επιτεύγματα δημιουργικότητας και καινοτομίας.
Despite advances in technology, human interaction remains a crucial aspect of our daily lives.
Παρά τις προόδους στην τεχνολογία, η ανθρώπινη αλληλεπίδραση παραμένει μια κρίσιμη πτυχή της καθημερινότητάς μας.
02
ανθρώπινος, ανθρώπινη
relating to a person
03
ανθρώπινος, ανθρώπινη
having human form or attributes as opposed to those of animals or divine beings
Λεξικό Δέντρο
humane
humanism
humanist
human



























