LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hook-nosed
/hˈʊknˈəʊzd/
/hˈʊknˈoʊzd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "hook-nosed"
hook-nosed
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having an aquiline nose
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hook-and-loop fastener
hook wrench
hook up with
hook up
hook turn
hook-shaped
hookah
hooke
hooked
hooked rug
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App