Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
high-sounding
01
μεγαλοπρεπής, πομπώδης
using grand or pompous language that seems impressive but may lack substance
Παραδείγματα
The politician 's high-sounding speech was full of grand promises but lacked concrete plans.
Η μεγαλοπρεπής ομιλία του πολιτικού ήταν γεμάτη μεγάλες υποσχέσεις αλλά έλειπαν συγκεκριμένα σχέδια.
His high-sounding declarations about changing the world were met with skepticism by his colleagues.
Οι μεγαλοπρεπείς δηλώσεις του για την αλλαγή του κόσμου συναντήθηκαν με σκεπτικισμό από τους συναδέλφους του.



























