LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hectometre
/hɛktˈɒmɪtə/
/hɛktˈɑːmɪɾɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "hectometre"
Hectometre
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a metric unit of length equal to 100 meters
word family
hectometre
hectometre
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hectometer
hectolitre
hectoliter
hectograph
hectogram
hector
hector hugh munro
hedeoma
hedeoma oil
hedera
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App