Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Haulage
01
μεταφορά, εμπορευματοκιβώτια
the act of transporting goods or materials by road, rail, or sea, typically involving the use of vehicles or vessels designed for such purposes
Παραδείγματα
Haulage of construction materials was essential for completing the infrastructure project on time.
Η μεταφορά των οικοδομικών υλικών ήταν απαραίτητη για την ολοκλήρωση του έργου υποδομής εγκαίρως.
Sea haulage of goods between continents played a vital role in international trade.
Η θαλάσσια μεταφορά αγαθών μεταξύ ηπείρων έπαιξε ζωτικό ρόλο στον διεθνή εμπόριο.



























