Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Handsaw
01
χειροπρίονο, πριόνι μίας χειρός
a saw used with one hand for cutting wood
Λεξικό Δέντρο
handsaw
hand
saw
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
χειροπρίονο, πριόνι μίας χειρός
Λεξικό Δέντρο
hand
saw