Grifter
volume
British pronunciation/ɡɹˈɪftɐ/
American pronunciation/ɡɹˈɪftɚ/

Ορισμός και Σημασία του "grifter"

01

a person who swindles you by means of deception or fraud

word family

grifter

grifter

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store