Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Griddlecake
01
τηγανίτα, κρέπα
a flat cake of thin batter fried on both sides on a griddle
02
τηγανίτα, κρέπα
a scone made by dropping a spoonful of batter on a griddle
Λεξικό Δέντρο
griddlecake
griddle
cake
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
τηγανίτα, κρέπα
τηγανίτα, κρέπα
Λεξικό Δέντρο
griddle
cake