Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Good time
01
καλός καιρός, ευχάριστη στιγμή
an enjoyable or exciting experience or period of time
Παραδείγματα
We had a good time at the amusement park, riding all the roller coasters and playing games.
Περνάμε καλά στο λούνα παρκ, καβαλώντας όλες τις τρενάκια και παίζοντας παιχνίδια.
It ’s important to spend time with friends and family to ensure we have a good time together.
Είναι σημαντικό να περνάμε χρόνο με φίλους και οικογένεια για να διασφαλίσουμε ότι έχουμε καλό χρόνο μαζί.



























