LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Golf stroke
/ɡˈɒlf stɹˈəʊk/
/ɡˈɑːlf stɹˈoʊk/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "golf stroke"
Golf stroke
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the act of swinging a golf club at a golf ball and (usually) hitting it
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
golf shot
golf range
golf pro
golf player
golf links
golf tee
golf widow
golf-club head
golfcart
golfer
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App