LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Gobsmacked
/ɡˈɒbsmækt/
/ɡˈɑːbsmækt/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "gobsmacked"
gobsmacked
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
σοκαρισμένος
extremely shocked or surprised, to the point of becoming speechless
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App