LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Anthracite coal
/ˈanθɹɐsˌaɪt kˈəʊl/
/ˈænθɹɐsˌaɪt kˈoʊl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "anthracite coal"
Anthracite coal
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a hard natural coal that burns slowly and gives intense heat
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
anthracite
anthozoan
anthozoa
anthophyta
anthophyllite
anthracitic
anthracosis
anthrax
anthrax bacillus
anthrax pneumonia
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App