Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
gestational
01
κυοφορικός, σχετικός με την κύηση
relating to pregnancy or the period of carrying offspring in the womb
Παραδείγματα
Gestational diabetes is a form of diabetes that occurs during pregnancy.
Ο γκέσταση διαβήτης είναι μια μορφή διαβήτη που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
The doctor discussed the gestational age of the fetus during the ultrasound.
Ο γιατρός συζήτησε την κυοφορική ηλικία του εμβρύου κατά τη διάρκεια της υπερηχογραφίας.
Λεξικό Δέντρο
progestational
gestational
gestation
gestate



























