Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Angle
01
γωνία, γωνία (μέτρηση)
the space between two lines or surfaces that are joined, measured in degrees or radians
Παραδείγματα
She used a protractor to measure the angle of the triangle accurately.
Χρησιμοποίησε ένα μοιρογνωμόνιο για να μετρήσει με ακρίβεια τη γωνία του τριγώνου.
The roof was designed with a steep angle to allow for snow runoff.
Η στέγη σχεδιάστηκε με απότομη γωνία για να επιτρέπει την απορροή του χιονιού.
02
γωνία, προοπτική
a particular perspective or way of presenting or looking at something
Παραδείγματα
The journalist explored the story from a new angle.
Ο δημοσιογράφος εξερεύνησε την ιστορία από μια νέα οπτική.
Try to find a different angle on the problem.
Προσπαθήστε να βρείτε μια διαφορετική γωνία στο πρόβλημα.
03
ένας Άγγλος, μέλος των Αγγλων
a member of the Angles, a Germanic people who settled in England and merged with Saxons and Jutes to form the Anglo-Saxons
Παραδείγματα
The Angles migrated to Britain in the early Middle Ages.
Οι Άγγλοι μετανάστευσαν στη Βρετανία στις αρχές του Μεσαίωνα.
Anglo-Saxon culture was influenced by the Angles.
Ο αγγλοσαξονικός πολιτισμός επηρεάστηκε από τους Άγγλους.
04
γωνία, προοπτική
a particular perspective or way of looking at a situation or issue
Παραδείγματα
The documentary presented the story from a unique angle that had n’t been explored before.
Το ντοκιμαντέρ παρουσίασε την ιστορία από μια μοναδική γωνία που δεν είχε εξερευνηθεί πριν.
Her angle on the debate highlighted the importance of empathy in discussions.
Η γωνία της στη συζήτηση τόνισε τη σημασία της ενσυναίσθησης στις συζητήσεις.
to angle
Παραδείγματα
The photographer angled the camera to capture the stunning sunset.
Ο φωτογράφος έκλινε την κάμερα για να καταγράψει το εντυπωσιακό ηλιοβασίλεμα.
She angled the mirror in the corner to reflect more light into the room.
Έκλινε τον καθρέφτη στη γωνία για να αντανακλά περισσότερο φως στο δωμάτιο.
02
κατευθύνομαι, στρίβω
to move or proceed in a direction that is not directly straight
Intransitive: to angle somewhere
Παραδείγματα
Hikers angled across the steep hillside.
Οι πεζοπόροι κινήθηκαν διαγώνια μέσα από την απότομη πλαγιά.
The motorcyclist expertly angled through the congested traffic, weaving between vehicles.
Ο μοτοσικλετιστής έκανε επιδέξια γωνία μέσα από τη συμφόρηση, περνώντας ανάμεσα στα οχήματα.
03
γωνία, προσαρμόζω
to present or interpret information in a way that reflects a particular perspective or bias
Transitive: to angle information
Παραδείγματα
The journalist angled the story to favor a particular political viewpoint.
Ο δημοσιογράφος προσανατολίστηκε την ιστορία για να ευνοήσει μια συγκεκριμένη πολιτική άποψη.
The advertisement angled the product's features in a positive light.
Η διαφήμιση παρουσίασε τα χαρακτηριστικά του προϊόντος με θετικό τρόπο.
04
ψαρεύω με καλάμι, ψαρεύω
to fish using a fishing rod, hook, and line
Intransitive
Παραδείγματα
Jack enjoys angling on weekends.
Ο Τζακ απολαμβάνει την αλιεία τα σαββατοκύριακα.
The Smith family decided to spend the afternoon angling at the riverbank.
Η οικογένεια Σμιθ αποφάσισε να περάσει το απόγευμα ψαρεύοντας στην όχθη του ποταμού.
Λεξικό Δέντρο
angular
angulate
angulate
angle



























