Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Forecastle
01
πλώρη, καταλύματα πληρώματος
a part of a ship used as the crew’s quarters
Παραδείγματα
The sailors spent most of their time in the forecastle when they were n't on deck, resting or playing cards.
Οι ναυτικοί περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο πρόστεγο όταν δεν ήταν στο κατάστρωμα, ξεκουράζονταν ή έπαιζαν χαρτιά.
The captain gave orders from the quarterdeck, while the crew worked in the forecastle to prepare for the next leg of the journey.
Ο καπετάνιος έδωσε εντολές από το κατάστρωμα, ενώ το πλήρωμα εργαζόταν στο πρόστεγο για να προετοιμαστεί για το επόμενο στάδιο του ταξιδιού.
Λεξικό Δέντρο
forecastle
fore
castle



























