Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Feigning
01
προσποίηση, υποκρισία
the act of giving a false appearance
02
προσποίηση, προσομοίωση
pretending with intention to deceive
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
προσποίηση, υποκρισία
προσποίηση, προσομοίωση