fatuous
fa
ˈfæ
φαι
tuo
ʧə
τσα
us
wəs
ουασ
British pronunciation
/fˈæt‍ʃuːəs/

Ορισμός και σημασία του "fatuous"στα αγγλικά

01

ανόητος, ηλίθιος

extremely thoughtless and foolish in speech or action
example
Παραδείγματα
His fatuous comments during the meeting only made things worse.
Τα ηλίθια σχόλιά του κατά τη διάρκεια της συνάντησης μόνο χειροτέρευσαν τα πράγματα.
She made a fatuous decision to ignore the warning signs.
Πήρε μια ανόητη απόφαση να αγνοήσει τα σημάδια προειδοποίησης.

Λεξικό Δέντρο

fatuously
fatuousness
fatuous
fatu
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store