LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Extortionately
/ɛkstˈɔːʃənətli/
/ɛkstˈɔːɹʃənətli/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "extortionately"
extortionately
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
to an exorbitant degree
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
extortionate
extortion
extort
extolment
extoller
extortioner
extortionist
extra
extra credit
extra dividend
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App