Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
eureka
01
Εύρηκα! Βρήκα τα κλειδιά μου κάτω από τα μαξιλάρια του καναπέ!, Τα βρήκα! Τα κλειδιά μου ήταν κάτω από τα μαξιλάρια του καναπέ!
used to express sudden realization, discovery, or enlightenment
Παραδείγματα
Eureka! I found my keys under the sofa cushions!
Εύρηκα! Βρήκα τα κλειδιά μου κάτω από τα μαξιλάρια του καναπέ!
Eureka! I finally figured out the last clue in the crossword puzzle!
Εύρηκα! Τελικά κατάλαβα το τελευταίο στοιχείο στο σταυρόλεξο!
Eureka
01
Γιούρικα, μια πόλη στη βορειοδυτική Καλιφόρνια σε έναν βραχίονα του Ειρηνικού Ωκεανού
a town in northwest California on an arm of the Pacific Ocean
02
εύρηκα, κράμα χαλκού και νικελίου με υψηλή ηλεκτρική αντίσταση και χαμηλό συντελεστή θερμοκρασίας
an alloy of copper and nickel with high electrical resistance and a low temperature coefficient; used as resistance wire



























