Eugenic
volume
British pronunciation/juːd‍ʒˈɛnɪk/
American pronunciation/juˈdʒɛnɪk/

Ορισμός και Σημασία του "eugenic"

01

relating to or causing improvements of the properties of seeds or infants

eugenic

adj

eugene

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store