Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Ethnology
01
εθνολογία
the study of different cultures and societies, focusing on their social structures, customs, and beliefs
Παραδείγματα
The ethnology course delved into the cultural practices of indigenous tribes in South America.
Το μάθημα της εθνολογίας εμβάθυνε στις πολιτιστικές πρακτικές των ιθαγενών φυλών της Νότιας Αμερικής.
Ethnology often involves fieldwork, where researchers immerse themselves in communities to observe and document their customs.
Η εθνολογία συχνά περιλαμβάνει εργασία πεδίου, όπου οι ερευνητές βυθίζονται σε κοινότητες για να παρατηρήσουν και να τεκμηριώσουν τα έθιμά τους.
Λεξικό Δέντρο
ethnologic
ethnologist
ethnology
ethno



























