Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
embryonic
01
εμβρυϊκός, που ανήκει στα πρώιμα στάδια ανάπτυξης
belonging to the earlier stages of growth and development
Παραδείγματα
Embryonic stem cells have the potential to develop into various cell types in the body.
Τα εμβρυικά βλαστοκύτταρα έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν σε διάφορους τύπους κυττάρων στο σώμα.
Researchers study embryonic development to better understand birth defects and genetic disorders.
Οι ερευνητές μελετούν την εμβρυονική ανάπτυξη για να κατανοήσουν καλύτερα τις γενετικές ανωμαλίες και τις γενετικές διαταραχές.
02
εμβρυϊκός, εμβρυακός
of an organism prior to birth or hatching



























