LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Earning per share
/ˈɜːnɪŋ pɜː ʃˈeə/
/ˈɜːnɪŋ pɜː ʃˈɛɹ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "earning per share"
Earning per share
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the portion of a company's profit allocated to each outstanding share of common stock
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
earnestness
earnestly
earnest money
earnest
earner
earnings
earnings before interest taxes depreciation and amortization
earnings report
earphone
earpiece
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App