LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Duty-free
/djˈuːtifɹˈiː/
/dˈuːɾifɹˈiː/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "duty-free"
duty-free
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
αφορολόγητα
(of goods) able to be imported without paying tax on them
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App